Λιπομετρήσεις και ανάλυση σύστασης σώματος (Μέρος 2ο)

Η συνέχεια του πρώτου μέρους, που αφορά τα βασικά είδη λιπομετρήσεων. Σε αυτό το μέρος αναλύονται οι 2 πιο διαδεδομένοι τρόποι εκτίμησης του σωματικού λίπους, το πως γίνονται και το πόσο ακριβείς μπορεί να είναι.

Μέτρηση με δερματοπτυχόμετρο

Η εκτίμηση μετρώντας τις δερματοπτυχές πραγματοποιείται μετρώντας το πάχος του υποδόριου λίπους σε διάφορα σημεία του σώματος. Γίνεται σε 3 έως 7 διαφορετικά σημεία: δικέφαλο βραχιόνιο, τρικέφαλο, υποπλατιαία περιοχή, υπερλαγώνια περιοχή, στήθος, κοιλιακή περιοχή και μηρό. Μετά από 2-3 μετρήσεις σε κάθε σημείο για αποφυγή σφάλματος οι τιμές εισέρχονται στην αντίστοιχη εξίσωση που εκτιμά το % λίπους.

Η μέθοδος αυτή μπορεί να αποδειχθεί πολύ καλή και πρακτική (ένα δερματοπτυχόμετρο που κουβαλάς μαζί σου για μια πεντάλεπτη διαδικασία) αλλά μπορεί να οδηγήσει και σε  μεγάλα σφάλματα.

caliper

Αρχικά μπορεί να ληφθεί λιγότερη ποσότητα λίπους ή και μέρος του μυός, οπότε το τελικό αποτέλεσμα να είναι αρκετά μικρότερο ή μεγαλύτερο. Το σφάλμα μπορεί να μεγιστοποιηθεί αν αναλογιστούμε πως παίρνονται αποτελέσματα από 3-7 σημεία (και όχι μόνο 1).Η εμπειρία αυτού που κάνει τη μέτρηση επίσης παίζει πολύ μεγάλο ρόλο και καλό θα ήταν να είναι ο ίδιος κάθε φορά. Πέρα από τα λάθη που μπορούν να γίνουν στη διαδικασία της μέτρησης, μπορούν να υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις σε υπέρβαρα άτομα ή αντίστοιχα πολύ μυώδη άτομα με χαμηλό ποσοστό λίπους,  Για παράδειγμα, σε μία έρευνα που πραγματοποιήθηκε συγκρίνοντας διάφορες μεθόδους με τη μέθοδο 4C ως μέθοδο αναφοράς, σε διαγωνιζόμενους bodybuilding (χρήστες ΑΑΣ με μεγάλη μυϊκή μάζα)  έδειξε το εξής: Η εκτίμηση του λίπους με τη μέθοδο των δερματοπτυχών (4 σημείων σε αυτή την έρευνα) έδειξε μεγάλο ατομικό σφάλμα ίσο με 7,9%. To σφάλμα ήταν σχετικά μικρότερο όταν εκτιμήθηκε η μεταβολή του %λίπους μετά από 8 εβδομάδες.

Με λίγα λόγια η μέθοδος μπορεί να εμφανίσει μεγάλες αποκλίσεις από την πραγματική τιμή σε μία μέτρηση, αλλά το σφάλμα στη μεταβολή του ποσοστού από φορά σε φορά να ναι μικρότερο. Είναι απαραίτητο όμως να γίνεται κάτω από τις ίδιες συνθήκες, με την ίδια εξίσωση και το ίδιο άτομο.

ΒΙΑ

Η μέτρηση ΒΙΑ γίνεται σε ειδικό μετρητή-ζυγαριά, όπου υπολογίζεται με τη βοήθεια ρεύματος και την εκτίμηση της ωμικής αντίστασης η ποσότητα υγρών του σώματος. Στη συνέχεια εκτιμάται το ποσοστό λίπους και άλιπης μάζας, γνωρίζοντας κατά προσέγγιση την περιεκτικότητα των δύο αυτών ιστών σε υγρά. Είναι η συνηθέστερη μέθοδος που χρησιμοποιείται σε διαιτολογικά γραφεία, φαρμακεία, γυμναστήρια, ακόμα και σε ψηφιακές ζυγαριές σπιτιού.

bia

Η μέθοδος αυτή μπορεί να έχει αρκετά μεγαλύτερο σφάλμα από άλλες όπως η υποβρύχια ζύγιση. Αυτό συμβαίνει γιατί 1) Και αυτή εκτιμά τη σωματική σύσταση με βάση την υπολογισμένη ποσότητα νερού στο σώμα (η οποία μπορεί να περιέχει και αυτή σφάλμα σε κατώτερης ποιότητας μηχανήματα). 2) Συνήθως η εκτίμηση του ποσοστού λίπους γίνεται μέσα από εξισώσεις που δημιουργούν οι κατασκευαστές τις συσκευής, αφού εκτιμήσουν τη σύσταση με κάποια άλλη μέθοδο και χρησιμοποιώντας στοιχεία όπως η ποσότητα σωματικών υγρών, το ΣΒ, το ύψος και η ηλικία. Επομένως πραγματοποιείται μια εκτίμηση πάνω σε μια ήδη εκτιμώμενη τιμή και το σφάλμα μπορεί να μεγιστοποιηθεί. Στην προηγούμενη μελέτη το σφάλμα μέτρησης με τη μέθοδο ΒΙΑ έφθασε το 8,12%. Έρευνα σε παχύσαρκα άτομα είχε δείξει διαφορά στην εκτίμηση της λιπώδους μάζας με τη μέθοδο ΒΙΑ σε σχέση με τη μέθοδο αναφοράς από -5 έως +7,5 kg, ενώ φάνηκαν και μεγάλες αποκλίσεις στην εκτίμηση της μεταβολής του λίπους.

Τι σου προτείνω;

Καταρχάς, δεν είμαι κατά των λιπομετρήσεων ούτε τις θεωρώ άχρηστες. Απλά συχνά δε δίνουν ακριβές αποτέλεσμα, ενώ και η μεταβολή από φορά σε φορά (που ενδιαφέρει περισσότερο) μπορεί να μην αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Φρόντισε κάθε φορά που κάνεις μια τέτοια μέτρηση να πραγματοποιείται όσο το δυνατόν γίνεται κάτω από τις ίδιες συνθήκες (π.χ. νηστικός το πρωί) και με τον ίδιο τρόπο. Δεν έχει νόημα να προσπαθήσεις να συγκρίνεις μετρήσεις που έγιναν σε διαφορετικό μέσο. Επίσης πρόσεξε ακόμα περισσότερο αν είσαι γυναίκα, καθώς η φάση του κύκλου σου μπορεί να επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα υγρά του σώματος σου, άρα και τη μέτρηση.

Το πιο απλό που μπορείς να κάνεις για να αξιολογήσεις την αλλαγή στη σύσταση σώματος είναι η αξιολόγηση της εικόνας σώματος και η μέτρηση κάποιων περιφερειών μαζί με την αλλαγή του βάρους. Αν για παράδειγμα χάνεις βάρος, το παντελόνι σου μπαίνει πιο εύκολα, η περιφέρεια της μέσης και της λεκάνης σου μειώνονται τότε ξέρεις με μεγάλη ακρίβεια ότι χάνεις λίπος. Αν είσαι σε φάση αύξησης μυικής μάζας και βλέπεις ότι η περίμετρος των μυών σου σταδιακά μεγαλώνει χωρίς μεγάλη αύξηση της μέσης σου και μακροπρόθεσμα αυξάνονται τα κιλά που σηκώνεις, τότε μπορείς να είσαι βέβαιος ότι παίρνεις ποιοτική μάζα με το ελάχιστο δυνατό λίπος.

Επομένως μην κολλάς σε ένα απλό νούμερο. Στην τελική δε λέει κάτι σημαντικό για το πώς νιώθεις εσύ με τον εαυτό σου (δε μιλάμε φυσικά για παθολογικές περιπτώσεις). Επίσης κάθε άτομο μπορεί να δείχνει ιδανικά σε ένα συγκεκριμένο ποσοστό λίπους. Κάποιος μπορεί να εμφανίζει 6-pack κοντά στο 15% και άλλος να πρέπει να πέσει κάτω από 10%. Εάν η εικόνα σώματος σου βελτιώνεται και ακολουθείς ένα σοβαρό εξατομικευμένο πλάνο διατροφής και άσκησης να είσαι σίγουρος πως είσαι στο σωστό δρόμο!

Λιπομετρήσεις και ανάλυση σύστασης σώματος (Μέρος 1ο)

Πολύς κόσμος ενδιαφέρεται να μάθει το ποσοστό του σωματικού του λίπους, ειδικότερα όταν ακολουθεί ένα πρόγραμμα διατροφής. Πόσο μεγάλη εγκυρότητα έχουν οι διάφορου είδους ”λιπομετρήσεις” και σε ποιες αρχές βασίζονται;

Η ανθρώπινη σωματική μάζα μπορεί να διαχωρισθεί σε άλιπη και λιπώδη. Ο λιπώδης ιστός περιλαμβάνει όλο το αποθηκευμένο λίπος στο σώμα (σπλαχνικό και υποδόριο λίπος) ενώ ο άλιπος περιλαμβάνει ουσιαστικά ότι δεν είναι λίπος (μυς, οστά, όργανα, σωματικά υγρά).

Η εκτίμηση του ποσοστού της λιπώδους μάζας σώματος σε ένα άτομο έχει μεγάλη αξία, τόσο για την εκτίμηση της  υγείας του, όσο και άλλων παραμέτρων όπως η ποσότητα άλιπης / μυϊκής μάζας (χρήσιμη πληροφορία σε ασκούμενους και αθλητές). Ένα άτομο που ακολουθεί ένα διατροφικό πλάνο παράλληλα με προπόνηση ώστε να βελτιώσει τη σύσταση σώματος, θα πρέπει να μπορεί με κάποιο τρόπο να την εκτιμήσει. Σε αυτό προφανώς δεν αρκεί η μέτρηση του βάρους και των αλλαγών του, καθώς αυτό δε μας δίνει άμεσες πληροφορίες για την αλλαγή στη σωματική σύσταση.

‘’Μετρήσεις’’ λίπους – σύστασης σώματος

Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι που έχουν σκοπό την εκτίμηση της σύστασης σώματος. Αναφέρομαι σε εκτίμηση και όχι μέτρηση καθώς στην πραγματικότητα δεν μπορεί να μετρηθεί η ακριβής ποσότητα λίπους ή άλλων ιστών στο ανθρώπινο σώμα. Αυτό είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί σε ένα ζωντανό οργανισμό. Όλες οι μέθοδοι προσεγγίζουν μέσω κάποιων παραδοχών και εξισώσεων τη σύσταση σώματος, κυρίως υπολογίζοντας την πυκνότητα σώματος και την περιεκτικότητα του σε υγρά.

Οι συνηθέστεροι τρόποι λιπομέτρησης που μπορούν να γίνουν ευκολότερα είναι η ανάλυση των δερματοπτυχών και η μέθοδος ΒΙΑ (βιοηλεκτρικής εμπέδησης). Αντίστοιχα υπάρχουν μέθοδοι που θεωρούνται περισσότερο ακριβείς και χρησιμοποιούνται περισσότερο για ερευνητικούς σκοπούς από πανεπιστημιακά ιδρύματα όπως η υποβρύχια ζύγιση (παλαιότερη μέθοδος αναφοράς), καθώς και το Bod Pod και το DEXA (που αρχίζουν πλέον να χρησιμοποιούνται και ευρύτερα και στον κοινό πληθυσμό).

Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά πως πραγματοποιείται η κάθε διαδικασία και ποια είναι η ακρίβεια της.

H υποβρύχια ζύγιση: 

Το άτομο το οποίο μετράται βυθίζεται σε ειδική πισίνα και με βάση τον όγκο του νερού που εκτοπίζεται και την αρχή του Αρχιμήδη υπολογίζεται η πυκνότητα (d) σώματος. Στη συνέχεια η d χρησιμοποιείται σε ειδική εξίσωση (συνήθως αυτής του Siri) όπου το αποτέλεσμα δίνει το εκτιμώμενο ποσοστό σωματικού λίπους.

Ypobryxia

Η μέθοδος αυτή θεωρούταν συνήθως η gold standard μέθοδος ανάλυσης σύστασης σώματος, και χρησιμοποιείται κυρίως για ερευνητικούς σκοπούς. Υπολογίζει με υψηλή ακρίβεια την πυκνότητα του σώματος από την οποία εκτιμάται η σύσταση του. Όμως, η περιεκτικότητα σε νερό, άρα και η πυκνότητα, της άλιπης μάζας δεν είναι σταθερή και μπορεί να επηρεαστεί από παράγοντες όπως η φυλή (που μπορεί να ελαχιστοποιηθεί το σφάλμα χρησιμοποιώντας την κατάλληλη εξίσωση), οι αλλαγές στο σωματικό βάρος και τα επίπεδα υδάτωσης και άσκησης. Η υποβρύχια ζύγιση φάνηκε να δίνει αρκετά κοντινά αποτελέσματα και με σχετικά μικρό σφάλμα (2,7%) σε σχέση με την μέθοδο 4C (four-component model που περιλαμβάνει μέτρηση των συνολικών υγρών σώματος, της συγκέντρωσης μετάλλων στην άλιπη μάζα και της πυκνότητας σώματος και επηρεάζεται λιγότερο από τις αποκλίσεις στην πυκνότητα της άλιπης μάζας).

Η μέθοδος DXA

H μέθοδος αυτή χρησιμοποιεί ακτίνες Χ και υπολογίζει την οστική μάζα και πυκνότητα, τη λιπώδη μάζα και τη μυϊκή μάζα Διαρκεί από μερικά έως 20 λεπτά ανάλογα το μηχάνημα . Η μέθοδος αυτή έχει ένα βασικό πλεονέκτημα, το ότι υπολογίζει ξεχωριστά την οστική μάζα (και πυκνότητα), επομένως γίνεται καλύτερη προσέγγιση της μυϊκής μάζας από τη συνολική άλιπη. Και πάλι όμως τα αποτελέσματα μπορούν να επηρεαστούν από τα επίπεδα υδάτωσης του δοκιμαζόμενου και τη σύσταση της άλιπης μάζας του. Η μέθοδος αυτή σε καλά προπονημένα άτομα με υψηλά επίπεδα άλιπης μάζας φαίνεται να εμφανίζει λίγο μεγαλύτερο σφάλμα από την υποβρύχια ζύγιση, αλλά μικρότερο από μεθόδους όπως η ΒΙΑ και οι δερματοπτυχές.

DXA

Bod Pod

Λειτουργεί με τη μέθοδο της αεροπυκνομετρίας και λειτουργεί με παρόμοιες αρχές με την υποβρύχια ζύγιση. Τα αποτελέσματα εκτιμώνται με βάση την υπολογισμένη πυκνότητα σώματος. Από πολλούς θεωρείται η νέα μέθοδος αναφοράς και χρησιμοποιείται κι αυτή κυρίως σε πανεπιστημιακά αλλά και νοσοκομειακά ιδρύματα. Η μέτρηση γίνεται σε έναν ειδικό θάλαμο και διαρκεί λίγα λεπτά (λιγότερο από το DXA). Φαίνεται ότι δίνει παρόμοια αποτελέσματα με την υποβρύχια ζύγιση , με μικρότερη την πιθανότητα σφάλματος από άλλες μεθόδους, αλλά παρόλα αυτά τα αποτελέσματα μπορούν να επηρεαστούν από τους παράγοντες που προαναφέρθηκαν.Bodpod

Στο 2ο μέρος αυτού του άρθρου θα δούμε τις άλλες δύο και πιο συνηθισμένες και πρακτικές μεθόδους εκτίμησης του λίπους. Πόσο αξιόπιστες είναι και τι άλλες επιλογές υπάρχουν;